Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Η νύχτα έπεσε στην παραλιακή (9)

Και η συνέχεια επί τις οθόνες των υπολογιστών σας! Αν αναρωτιέστε γιατί ποστάρω πάντα τόσο αργά η απάντηση είναι: 1- Αυτές τις ώρες τη γράφω, 2- Αυτές οι ώρες ταιριάζουν με το κλίμα! ;Ρ
----------------------------------------------------------------------
Την επόμενη ημέρα η Άννα πήγε στο κέντρο με κέφια και ο Τζιν με νεύρα. Αποδείχτηκε ότι η Αρσινόη τον είχε καλέσει τελικά για να έχει κάποιον να τα πιουν παρέα. Ο Τζιν μάντεψε τι συνέβαινε μόλις είδε την εφημερίδα που είχε ανοιχτή η Αρσινόη δίπλα της. Πάνω έγραφε με τρανταχτά κεφαλαία γράμματα: «Ο Σο Σακουράης, γιος του Υπουργού Απασχόλησης, και λαμπρός μελλοντικός πολιτικός παράγων της χώρας, αρραβωνιάστηκε σήμερα την Τέτα Κουφέτα, την κόρη του Υπουργού Δικαιοσύνης. Είναι το κοινωνικό και πολιτικό γεγονός της χρονιάς!»
Ο Τζιν ήξερε πολύ καλά ότι η Αρσινόη ήταν χρόνια ερωτευμένη με το Σο αλλά οι κοινωνικές τους θέσεις δεν τους επέτρεψαν ποτέ να είναι μαζί. Παλιά ο Σο σύχναζε στην SM Νεράιδα αλλά όταν ανακοινώθηκε ότι θα ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του και θα έβαζε υποψηφιότητα για Βουλευτής, ξέκοψε για τα καλά.
Η Αρσινόη κατέβασε ένα ποτήρι τεκίλα ξεροσφύρι. Κοίταξε το Τζιν.
«Μην πεις τίποτα! Απλά κάτσε εδώ και γίνε και συ τύφλα μαζί μου οκ?»
«Οκ. Αλλά να το ξέρεις, είναι καλύτερα έτσι!»
«Πφφφφφφφ… Δε με νοιάζει για το βλάκα! Αλλά να… είχε ωραία μπράτσα ο άτιμος!»
Ο Τζιν τσαντίστηκε πιο πολύ. Χρόνια στα γυμναστήρια και τα μπράτσα του Σο δεν τα ξεπέρναγε με τίποτα. Του έρχονταν να σκάσει αλλά αποφάσισε να μην πει τίποτα παραπάνω.
Στην SM Νεράιδα ήταν απόγευμα και η Ζωή ξανασφουγγάριζε το πάτωμα. Από την τσαντίλα της για τη μιζέρια και την εκμετάλλευση είχε φτύσει κάτω αλλά το μετάνιωσε και τώρα καθάριζε.
Μέσα στο κέντρο μπήκε η Άγια, η σωματοφύλακας μαζί με έναν κοντό και κάπως άσχημο τυπά ο οποίος κοίταζε ερευνητικά τριγύρω. Η Ζωή τον κοίταξε έντονα και αυτός της ανταπέδωσε το βλέμμα. Η Άγια την πλησίασε.
«Να σου πω σερβιτόρα.» είπε απαξιωτικά. «Πού είναι το αφεντικό;»
Η Ζωή ξύνισε τα μούτρα της αλλά απάντησε ψύχραιμα: «Στο γραφείο όπως πάντα. Εσύ από πότε επιτρέπεται να φέρνεις γκόμενους στο μαγαζί;»
Ήταν γνωστό ότι αυτές οι 2 δεν συμπαθιόντουσαν. Και οι πικρόχολοι διάλογοι τους ήταν διασκέδαση για τους άλλους υπαλλήλους. Η Άγια συνέχισε στον ίδιο τόνο.
«Κοίτα ποια μιλάει! Η γκόμενα του μπουζουξή! Εγώ έχω περισσότερα προνόμια από σένα κοπελιά και να ξέρεις ότι έχω και μια κατάνα. Τέλος πάντων κάτσε εδώ και μην τολμήσεις να μιλήσεις στο μωρό μου οκ;»
«Δεν αξίζει τον κόπο καν. Το πάτωμα είναι πιο ενδιαφέρον!»
Η Άγια ήταν έτοιμη να βγάλει την κατάνα αλλά συγκρατήθηκε και πήγε στο γραφείο, αφήνοντας τον γκόμενο της πίσω. Η Ζωή συνέχισε το σφουγγάρισμα μουρμουρίζοντας:
«Θα σας δείξω εγώ! Θα δείτε τι θα πάθετε!»
Αυτή η φράση της κίνησε το ενδιαφέρον του κοντού γκόμενου που την πλησίασε.
«Αυτή είναι η δουλειά σου; Γιατί η Άγια σε είπε σερβιτόρα!» ρώτησε.
«Η γκόμενα σου μου είπε να μη σου μιλήσω.»
«Και τι είσαι να την ακούσεις; Δεκάχρονο; Τέσπα, κοπελιά, μου φαίνεται πως δεν σου φέρονται καλά εδώ μέσα!»
«Έλα! Πες μου κάτι που δεν ήξερα!»
Ο τύπος την πλησίασε περισσότερο και της μίλησε σε συνωμοτικό τόνο.
«Δε θες να αλλάξεις τη μοίρα σου; Να τους εκδικηθείς ας πούμε; Δεν τους μισείς;»
Η Ζωή ξαφνιάστηκε. Ποιος ήταν αυτός ο τύπος που διάβασε το μυαλό της;
«Ποιος είσαι; Πώς το ξέρεις ότι…»
Ο τύπος χαμογέλασε σαρδόνια.
«Με λένε Γκο. Γκο Μορίτα. Αν θες να μάθεις περισσότερα και όντως θες να τους εκδικηθείς για τον τρόπο που σου φέρονται κάλεσε με εδώ…»
Και της έβαλε στην τσέπη ένα χαρτάκι με το κινητό του. Η Ζωή στην αρχή τρόμαξε. Μήπως της την έπεφτε με δόλια μέσα; Αλλά όχι… Το ύφος του πρόδιδε κάτι άλλο. Η καρδιά της άρχισε να χτυπά δυνατά στη σκέψη ότι μπορεί σύντομα να έφευγε από τη μιζέρια της. Και να παντρεύονταν το Νίνο κάποια στιγμή, τέλος πάντων!
Στο ΙΒ η Άννα έπεσε πάνω στο Τζιν. Ο οποίος την προσπέρασε. Κοίταξε προς το μέρος του απορημένη. Τι να έγινε χτες; Ό,τι και να ‘ταν την έσωσε από τα χειρότερα. Καθώς αναλογίζονταν τα χθεσινά, να σου ο Θωμάς μπροστά της. Άρχισε να τραυλίζει κλασικά!
«Θ… Θ… Θωμα! Κ… κ… καλησπέρα! Τι… τι… κάνεις;»
Ο Θωμάς ήταν κάπως ψυχρός.
«Καλά. Χθες πήγα στην παραλία, έφαγα χταποδάκι και ήπια τσιπουράκι. Και όλα αυτά ΜΟΝΟΣ ΜΟΥ!»
«Λυπήσου με! Ο Χελώνας μας έστειλε σε αυτό το πάρτι! Δεν ήθελα να πάω! Αλλά αν δεν το κάνα θα με απέλυε! Και τη χρειάζομαι τη δουλειά! Αλλιώς ο αδερφός μου έχει κάτι γνωστούς στη Συγγρού…»
Η έκφραση του Θωμά μαλάκωσε.
«Εντάξει… Συγνώμη… Δεν το ήξερα… Θες να το ξανακανονίσουμε για την επόμενη Κυριακή;»
Η Άννα πέταξε από τον ενθουσιασμό της. Ο Θωμάς επέμενε; Μήπως ανταποκρίνονταν στο ερωτικό της κάλεσμα; Ω τι χαρά!
«Ναι ναι! Θα έρθω ακόμα και αν χρειαστεί να συρθώ μέχρι εκεί!» είπε.
Ο Θωμάς χαμογέλασε και γύρισε στο πόστο του στην πόρτα. Η Άννα έβγαλε το σφηνάκι και πήρε μια βαθιά ανάσα. Όλα γύρω της έλαμψαν. Εκτός από το Μασάκη, ο οποίος πέρασε δίπλα της και ήταν πιο σκοτεινός και από σοκάκι των Εξαρχείων. Αλλά δεν την ένοιαξε να ρωτήσει τι είχε. Ο Θωμάς ανανέωσε το ραντεβού τους! Μόνο αυτό την ένοιαζε πια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: