Το επόμενο πρωί τα πράγματα δεν ήταν τα ίδια... *dramatic BGM*
-------------------------------------------------------------
Η Άννα ξύπνησε το επόμενο απόγευμα στο δωμάτιο με τα πανέρια. Δίπλα της ο Τζιν κοιμόταν γαλήνια. Της πήρε και ένα λεπτό να συνειδητοποιήσει τι είχε συμβεί. Στην αρχή είπε να πανικοβληθεί αλλά μετά θυμήθηκε ότι και εκείνη το επιδίωξε. Δεν ήταν πλέον ένα αγνό χαμομηλάκι, ήταν μια πρόστυχη παπαρούνα.
Τον ειρμό της σκέψης της διέκοψε ο ήχος του κλειδιού της πόρτας που γύριζε. Με τρόμο άρχισε να ντύνεται και σκούντησε το Τζιν να ξυπνήσει για να κάνει το ίδιο. Ευτυχώς η πόρτα δεν άνοιξε. Αντί αυτού άκουσε τη φωνή του Κόκι απ΄ έξω.
«Κάντε γρήγορα γιατί θα αρχίσει να έρχεται το προσωπικό σε λίγο.»
Ευτυχώς δηλαδή που τους θυμήθηκε γιατί αλλιώς θα γίνονταν ρεζίλι στον Μασάκη που θα έρχονταν να φτιάξει τα πανέρια. Ο Τζιν ήταν ακόμα λίγο χαζεμένος και απορούσε γιατί η Αρσινόη του έριξε από δίπλα την Άννα. Ήξερε ότι την κυνηγούσε; Μα ήταν μόνο επιπόλαιο!
Η Στελίνα από την πλευρά της ήθελε να τιμωρήσει την Αρσινόη για όσα έγιναν το προηγούμενο βράδυ. Αλλά από την άλλη πέρασε πολύ καλά. Τελικά αποφάσισε να τιμωρήσει το κατοικίδιο της όταν θα γύρναγε σπίτι.
Αλλά ας δούμε τι έκανε η Μαριλένα, γιατί εκείνο το απόγευμα η κόρη της θα έβγαινε ραντεβού με τον Τσίνεν. Πήγε και στήθηκε από νωρίς στο πάρκο πίσω από σχολείο όπου τα παιδάκια έδιναν ραντεβού.
«Δεν θα περάσει αυτό. Εξάλλου είναι πολύ μικρή για έρωτες…» μουρμούριζε.
Φόραγε μαύρη καπαρντίνα, καπέλο και γυαλιά ηλίου φυσικά για να μην την αναγνωρίσει κανείς. Ναι ήταν σχεδόν αόρατη. Κρύφτηκε πίσω από ένα θάμνο και περίμενε. Και να σου! Η Ευγενία δεν άργησε να φανεί. Φορούσε τη στολή του ελίτ σχολείου της και είχε τη σάκα της στην πλάτη. Πήγε και κάθισε σε ένα παγκάκι.
Δεν πέρασαν ούτε 5 λεπτά και φάνηκε και ο Τσίνεν. Είχε τα χέρια στις τσέπες και σφύριζε ένα τραγούδι του Ώονου. Η Ευγενία έτρεξε να τον χαιρετίσει. Ίσα ίσα ήταν στο ύψος.
«Είναι και τάπα τρομάρα του!» μονολόγησε η Μαριλένα.
Ο Τσίνεν πήρε την τσάντα της Ευγενίας στην πλάτη του και ξεκίνησαν. Η Μαριλένα τους πήρε στο κατόπι. Δεν ήξερε πως αλλά θα προσπαθούσε πάση θυσία να τους χαλάσει το ραντεβού.
Αρχικά πήγαν να φάνε μια κρέπα σε ένα trendy μέρος. Υπήρχαν πολλά παιδιά στην ηλικία τους. Η Μαριλένα έπιασε ένα τραπέζι από δίπλα και έκρυψε τη μούρη της στον κατάλογο να μην την πάρουν χαμπάρι. Δυστυχώς κάποιοι υπάλληλοι έκριναν ότι ήταν πολύ ύποπτη και πήγαν να καλέσουν την αστυνομία. Η Μαριλένα το πήρε χαμπάρι εγκαίρως και απομακρύνθηκε.
Μετά πήγαν να δούνε μια ταινία. Καθώς ήταν έτοιμοι να μπουν στο σινεμά πιάστηκαν χέρι χέρι. Η Μαριλένα αντέδρασε αστραπιαία. Πήρε ένα φυσοκάλαμο και έριξε ένα βελάκι που χτύπησε τον Τσίνεν στο χέρι. Άφησε το χέρι της Ευγενίας απότομα.
«Άου!»
«Τι έγινε;»
«Κάτι με τσίμπησε!»
Για κακή του τύχη το βελάκι είχε ποτιστεί σε ένα υγρό που προκαλούσε τρομερή φαγούρα. Σε λίγο ο Τσίνεν δεν μπορούσε να αντέξει το ξύσιμο. Το χέρι του κόντεψε να πρηστεί. Η Ευγενία ανησύχησε.
«Να πάμε στο νοσοκομείο;» ρώτησε.
«Θα πάω μόνος μου! Εσύ πρέπει να γυρίσεις! Θα ανησυχεί και η μαμά σου!» είπε ο Τσίνεν καθώς ξύνονταν με μανία.
«Μα!»
«Δεν έχει μα! Κάλεσε τον σοφέρ σου και γύρνα σπίτι!»
Η Ευγενία λούφαξε και πήρε τηλέφωνο τον οικογενειακό σοφέρ να τη μαζέψει. Πιο πέρα η Μαριλένα χοροπηδούσε από τη χαρά της και φιλούσε το μπουκαλάκι με το θαυματουργό υγρό. Το σχέδιο της έπιασε.
Στην SM Νεράιδα η Ζωή είχε κέφια. Τρελά κέφια. Αυτές τις μέρες γενικώς είχε κέφια. Ο Νίνο της θα έκανε σύντομα ντεμπούτο! Τι άλλο να θέλει; Χέσε τα αφεντικά, χέσε τον Πη, χέσε τους Β6! Όλα ήταν ρόδινα! La vie en rose που λένε!
«Συμβόλαιο υπέγραψε η σταθερή μου σχέση, γι αυτό και τους υπόλοιπους σας έχω όλους χέσει!» τραγουδούσε καθώς καθάριζε τα τραπέζια.
Ο κολλητός της ο Γιούγιας συμμερίζονταν τη χαρά της και χτυπούσε τα ποτήρια στο μπαρ για να δώσει ρυθμό. Σταμάτησε απότομα καθώς είδε την Αρσινόη να μπαίνει στο κέντρο παρέα με τον πορτιέρη, τον Τακαχίσα.
«Και που λες ρε Τάκα ο άλλος ο πορτιέρης του ΙΒ είναι μεγάλος χέστης. Δεν μπορεί να πάει κόντρα σε κανέναν. Νομίζω ότι αφήνει ό,τι να ναι να μπαίνει στο μαγαζί…» έλεγε.
Πήρε χαμπάρι τη χαρούμενη κομπανία και πλησίασε. Η Ζωή δεν την κατάλαβε και συνέχισε. Μάταιο ο Γιούγιας της έκανε νοήματα να σταματήσει.
«Η Στελίνα είναι φραγκοφονιάααας και η Αρσινόη σκέτο φονιάαααας!» συνέχισε να τραγουδά όταν ένιωσε ένα σκούντημα στην πλάτη. Γύρισε και είδε την Αρσινόη.
«Η Ζωή η σερβιτόραααα μάλλον θα πάρει πόδι τώρααααα!» της απάντησε τραγουδιστά.
Η Ζωή πολύ θα ήθελε να της απαντήσει αλλά σκέφτηκε ότι ακόμα ο Νίνο δεν είχε σιγουρέψει το συμβόλαιο οπότε έπρεπε να συμβιβαστεί για λίγο καιρό. Μέχρι που θα έβγαζε αρκετά χρήματα για να έρθει να το κάψει μια μέρα στην SM Νεράιδα και να τρίψει τα 500ευρα στη μούρη των αφεντικών.
«Εχμ εντάξει ρε αφεντικό… Μια μαλακία είπαμε να περάσει η ώρα…»
«Το ελπίζω. Αλλιώς και το αγόρι σου με το παλιό μπουζούκι θα έμενε να έπαιζε σ’ ένα μπανάλ κουτούκι! Πω πω και στη στιχουργική το χω! Είμαι πολυταλέντο!» αναφώνησε η Αρσινόη και επέστρεψε στη συζήτηση της με τον Τακαχίσα, που ήταν το θάψιμο του Θωμά. Η υπόλοιπη μέρα πέρασε γρήγορα και χωρίς απρόοπτα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου